Διάφορα

Το χέρι της μάνας

By  | 


Ήταν μια μέρα χαράς, μια μέρα που έμοιαζε με γιορτή. Επιτέλους μετά από 3 χρόνια αποτυχιών, προβλημάτων,  μια δύσκολη εγκυμοσύνη και μία ακόμη δυσκολότερη γέννα κατάφερε να κρατήσει στα χέρια της το πρώτο της παιδί. Ένα μωρό πολύτιμο που ήρθε να ολοκληρώσει τον γάμο της  και να επισφραγίσει την σχέση της.

Δύο μέρες χαμογελούσε ασταμάτητα. Κοιτούσε το νεογέννητο κοριτσάκι της και ένιωθε ένα δέος. Έπιανε τα χεράκια της, μετρούσε τα δαχτυλάκια της, χάιδευε τα μαλλάκια που ήταν ασυνήθιστα πολλά και προσπαθούσε να βρει ένα ψεγάδι σε αυτό το πλάσμα που της φαινόταν απίστευτα όμορφο αλλά ένιωθε σαν την μάνα κουκουβάγια. Ήταν ένα μωρό, σχετικά ήσυχο, που μόνο έτρωγε και κοιμόταν.

Δεν ήθελε να το αποχωριστεί ούτε λεπτό για αυτό ζήτησε να της το αφήσουν δίπλα της, μέσα στο κρεβατάκι του και να το παίρνουν μόνο για αλλαγή πάνας και μπάνιο. Το είχε τονίσει εξ αρχής σε όλους, μόνο με μητρικό γάλα θα το τάιζε κι ας ξυπνούσε κάθε δυο με δυόμισι ώρες.  Τόσο κόπο να το αποκτήσει και να το μάθουν στο ξένο, όχι, με το δικό της θα το έτρεφε. Θα το θήλαζε κι ας μάτωναν οι ρώγες της από την πρώτη στιγμή. Κι ας είχε προετοιμαστεί για αυτό, τριβοντάς τες με οινόπνευμα και βάζοντας κρέμες για να είναι έτοιμη για την ιερή στιγμή που η μικρή θα άνοιγε το στοματάκι της να ρουφήξει αυτό το γαλακτώδες υγρό που αρχικά δεν έμοιαζε με γάλα.

Όλη η οικογένεια, ο σύζυγος, οι παπούδες και η γιαγιά γιατί μία ήταν η γιαγιά, η μητέρα της είχε πεθάνει πριν 5 χρόνια, ήταν πολύ χαρούμενοι για τον ερχομό της μπέμπας. Κυρίως γιατί η μπέμπα θα έπαιρνε το όνομα της γιαγιάς της. «Ευτυχία» θα την έλεγαν και ήδη είχε φέρει πολλή ευτυχία στην οικογένεια. Κι όσο κι αν δεν το έδειχνε, αυτός που ήταν πιο χαρούμενος από όλους ήταν ο παππούς της, που επιτέλους θα συναντούσε μια μικρογραφία της «ευτυχίας» που έχασε νωρίς.

Ξημέρωμα της 3ης μέρας, η λεχώνα είδε ένα περίεργο όνειρο, όραμα, ή μήπως ήταν αληθινό…; Βασικά, δεν κοιμόταν, ήταν με την πλάτη στο παράθυρο αφού είχε θηλάσει την μικρή και τη χάζευε χαμογελώντας. Τότε ήταν που αισθάνθηκε ένα χέρι να της χτυπάει καθησυχαστικά την πλάτη. Ένα χέρι αρκετά βαρύ, ή μάλλον με αρκετή πίεση, με επιμονή.

Γύρισε το βλέμμα της να δει ποιος ήταν και πάγωσε. Είδε  την μητέρα της, ναι, την μητέρα της, να στέκεται στο πλάι της και να της χτυπάει την πλάτη ρυθμικά. Ανοιγόκλεισε τα μάτια από τρόμο, σάστισε, αλλά το χέρι της μάνας συνέχισε να το αισθάνεται. Αδύνατον σκέφτηκε. Δεν γίνεται. Ξανάκλεισε δυνατά τα μάτια και όταν τα άνοιξε ήταν πάλι εκεί. Έστρεψε το κεφάλι της από την άλλη καθώς άρχισαν να κυλούν δάκρυα και τότε όταν ξαναγύρισε προς την πόρτα η μάνα είχε εξαφανιστεί.

Αρχισε να κλαίει γοερά. Σε ποιον να το πει, με ποιον να το μοιραστει και να μην σκεφτούν ότι της σάλεψε. Η κοπέλα που μοιράζονταν το δωμάτιο είχε βγει για 5’ και ήταν ακριβώς τότε που συνέβει αυτό. Την βρήκε να κλαίει και της ομολόγησε τι είχε νιώσει, δει….Η κοπέλα προφανώς για να μην την αναστατώσει κι άλλο της είπε ότι μάλλον το είδες στον ύπνο σου, άλλωστε ήταν το πιο λογικό.

Αδύνατον να ησυχάσει όμως από εκείνη την στιγμή. Πήρε τον πατέρα της τηλέφωνο, αυτός θα καταλάβαινε ίσως. «Σου λείπει και την είδες» της είπε.  «Σε βλέπει από ψηλά, αυτό είναι μην ανησυχείς».  Δάκρυα κυλούσαν καυτά στα μάγουλά της. Αρκετά τον στεναχώρησα σκέφτηκε. «Ναι, δίκιο έχεις» του απάντησε. Εκείνη την ώρα μπήκε ο γιατρός. Έκλεισε γρήγορα το τηλέφωνο και τον κοίταξε. Τότε της είπε ότι οι εξετάσεις έδειξαν ότι η μικρή είχε ίκτερο και θα έπρεπε να την τοποθετήσουν κάτω από λάμπες οπότε θα την έπαιρναν από κοντά της. Πάνω που έπαψε να κλαίει ξανάρχισε. Πανικοβλήθηκε γιατί ένιωσε ότι της στερούν το σπλάχνο της.  «Έλα να δεις, δυο δωμάτια πιο δίπλα θα είναι. Θα την παίρνεις για να την θηλάζεις, θα την βλέπεις όποτε θέλεις αλλά καλό είναι να μείνει εκεί, γυμνούλα, με την πάνα της μόνο για να την βοηθήσουμε να κατέβει ο ίκτερος».  Τους ακολούθησε κλαίγοντας παρόλο που την καθησύχασε ο γιατρός και η μαία της, ένιωθε ότι δεν μπορούσε να ανασάνει, κάτι την βάραινε.

Γύρισε στο δωμάτιο αλλά δεν τη χωρούσε ο τόπος. Πλησίασε το παράθυρο και χάζευε τα κτίρια μιας και η θέα από τον 6ο όροφο ήταν αρκετά εντυπωσιακή. Δεν πέρασε πολλή ώρα όταν ξαφνικά ένιωσε ότι όλα γύρω της άρχισαν να τρέμουν. Άρχισαν να πέφτουν πράγματα από το κομοδίνο, το πάτωμα να χορεύει σαν τρελό κι εκείνη που ήταν όρθια δεν μπόρεσε να κρατηθεί, έπεσε με τα γόνατα στο πάτωμα ενώ όλοι φώναζαν από παντού: «Σεισμός!!!» Σηκώθηκε με δυσκολία και πίστεψε ότι σταμάτησε η δόνηση αλλά τότε ήταν που η έντασή του έγινε μεγαλύτερη! Έβλεπε από το παράθυρο σκόνη να σηκώνεται στον αέρα και ένιωσε ότι έρχεται η συντέλεια του κόσμου.

«Το μωρό μου!» τσίριξε. «Το παιδί μου, Παναγία μου!» Και βγήκε τρέχοντας από το δωμάτιο για να πάει λίγο πιο πέρα που είχαν το μωρό κάτω από τις λάμπες. Και τότε είδε ότι το κρεβατάκι του μωρού είχε μετακινηθεί από την θέση που ήταν και οι λάμπες από την δόνηση είχαν σπάσει κι είχαν πέσει κάτω αλλά χωρίς να βρούνε κανένα σημείο από το μωρό που ήταν μόνο με την πάνα του. Και τότε σκέφτηκε το όνειρο, όραμα… πείτε το όπως θέλετε. «Το χέρι της μάνας» μουρμούρισε. Αυτή μου το φύλαξε, αυτή το προστάτευσε. Ακόμη κι από τον τάφο, το χέρι της με καθησύχασε και προφύλαξε το μωρό μου, την εγγονή της, την ευτυχία μου!

Ήταν 7 Σεπτεμβρίου 1999. Εκείνη την ημέρα σκοτώθηκαν 145 άνθρωποι και τραυματίστηκαν πάνω από 2.000 Εκείνη την ημέρα εγώ είδα τη νεκρή μητέρα μου να μου δίνει δύναμη και να με καθησυχάζει λίγο πριν γίνει ο σεισμός. Εκείνη την ημέρα σίγουρα δεν κοιμόμουν.

Αγγελική Μεταξά

Απόφοιτη Ελληνογαλλικής Σχολής "Αγιος Ιωσήφ", Καθηγήτρια γαλλικών, πολύγλωσση και με διδακτική εμπειρία και εξιδείκευση στην εκμάθηση ξένων γλωσσών στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες και δυσλεξία(ΕΚΠΑ), αρθρογράφος, πρόσκοπος, εθελόντρια.

Ακολουθήστε μας!


This will close in 10 seconds