Διάφορα

ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ

By  | 

από την Ιουλία Χαρπίδου συγγραφέα-εικονογράφο

Ξημέρωσ’ η Καθαρά Δευτέρα.  Ένα ψηλό αεράκι φυσούσε και όλοι ευχαριστημένοι ήσαν. Πολλοί πετούσαν Χαρταετούς, που μόνοι τους εφτιάχναν, με κόλλες ποικιλόχρωμες, με σπάγγο και καλάμια.  Φτιάχνανε ζύγια, κόβαν ουρές, τους δέναν σε καλούμπες κι αφήνανε σιγά-σιγά ο αέρας να τους πάρει. Αυτοί εσηκωνόντουσαν και κάνοντας κεφάλι πολύ μακριά πηγαίνανε. Πηγαίνανε ολημερίς κατά το που φυσάει. Δες, λεύτεροι πετούν ψηλά, λεύτεροι αγναντεύουν πέρα τους κάμπους, τα βουνά, τους λόγγους, τις ραχούλες, τις ακρογιαλιές, τις θάλασσες και όλα τα ξερονήσια. Οι άνθρωποι όλοι γύρω τους κάθονται και χαζεύουν, με το κεφάλι τους ψηλά, τα μάτια καρφωμένα, το νου και την καρδούλα τους κάποτε να τους μοιάσουν. Κι όλο χορεύουν και κουνούν τις όμορφες ουρές τους.  Κι όλο απομακρύνονται κι όλο ψηλά τραβάνε. Μέχρι που ο σπάγγος κόβεται, σώνεται η καλούμπα. Δέσιμο πια δεν έχουνε με τους κοινούς ανθρώπους. Έτσι ψηλά στον ουρανό τα σύννεφα τους παίρνουν.  Να φτάσουν θέλουν το Θεό, να δούνε τους Αγγέλους.  Μα… αλή…ο αγέρας σταματά, παύει πια να φυσάει. Τέρμα οι χοροί, τέρμα οι χαρές, τέρμα και η περιφάνεια.  Πέφτουν γκρεμοτσακίζονται και άδοξα πεθαίνουν.  Κρέμονται πότε κατά δω και πότε κατά κείθε. Πότε σε κανά ξόκλαδο, πότε σε κανά στύλο. Με ριμαγμένα τα χαρτιά, σπασμένα τα καλάμια και την κομμένη τους ουρά να παίρνει ο αγέρας, να  στροβιλίζει ολημερίς, κουβάρι να την κάνει.  Μήτε ακούς φρουφρούρισμα, μήτε χορό πια βλέπεις. Έχεις όμως το όνειρο, στο νου και στην καρδια σου, κάποτε Λεύτερος και Συ στ’ άστρα ψηλά να φτάσεις.

 Ιουλία Χαρπίδου
(απόσπασμα από το διήγημα «Το παραμύθι του σπασμένου ροδιού».)

Απόφοιτη Ελληνογαλλικής Σχολής "Αγιος Ιωσήφ", Καθηγήτρια γαλλικών, πολύγλωσση και με διδακτική εμπειρία και εξιδείκευση στην εκμάθηση ξένων γλωσσών στα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες και δυσλεξία(ΕΚΠΑ), αρθρογράφος, πρόσκοπος, εθελόντρια.

Ακολουθήστε μας!


This will close in 10 seconds